ECONOMICS - INDUSTRY & TRADE - EXPORT MARKETS   [Αρχική Σελίδα]










Η Ελληνική εστίαση στο εξωτερικό: Από το πρώτο Συνέδριο Ελληνικού Οίνου

 

 

 

 

 

                           

 

 

 

Πριν από τέσσερα χρόνια, μεταξύ 1 και 3 Ιουλίου 2005, φιλοξενήθηκε στο Μέτσοβο το 1ο Συνέδριο Ελληνικού Οίνου το οποίο θεωρήθηκε μια εξαιρετική ευκαιρία προβληματισμού και συζητήσεων για τα προβλήματα της Ελληνικής Οινοποιίας και Αμπελουργίας οι ρίζες της οποίες χάνονται βαθειά μέσα στον χρόνο.

 

Στα πλαίσια του 1ου  Συνεδρίου Ελληνικού Οίνου παρουσιάστηκαν από διακεκριμένους ομιλητές πλέον των είκοσι διαφορετικών εισηγήσεων, σε τέσσερις διαφορετικές ενότητες, που κάλυψαν όλα σχεδόν τα θέματα που απασχολούν το Ελληνικό κρασί, από το αμπέλι έως το ποτήρι μας.

 

Όλες σχεδόν οι εισηγήσεις του 1ου  Συνεδρίου Ελληνικού Οίνου υπάρχουν μόνιμα στην ιστοσελίδα www.restaurant.com.gr  - για να επεξεργαστείτε τον κατάλογο των εισηγήσεων ή να επιλέξετε κάποια κάντε κλικ εδώ .

 

 

                        

 

 

Τέσσερα χρόνια μετά το 1ο Συνέδριο Ελληνικού Οίνου και σαν συμβολική υπενθύμιση πραγματοποίησης το 2010, με την συμπλήρωση πενταετίας, του επόμενου, 2ου Συνεδρίου Ελληνικού Οίνου, αναδημοσιεύουμε μια από τις εισηγήσεις που παρουσιάστηκαν στο 1ο Συνέδριο, με τίτλο ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΣΤΙΑΣΗ στο ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ (Εισηγητής: Λεωνίδας Κουμάκης) η οποία αποδεικνύεται διαχρονική, επίκαιρη και εξαιρετικά χρήσιμη, παρά την μείωση του συνολικού αριθμού των ελληνικών εστιατορίων του εξωτερικού που σημειώθηκε την τελευταία τετραετία: 

 

 

 

 

…. Πάντοτε είχα την πεποίθηση πως το Ελληνικό Εστιατόριο αποτελεί το μεγαλύτερο εξαγωγικό προϊόν της χώρας μας με μια τεράστια σημασία για την Εθνική Οικονομία.

 

Αποτελεί τον καλύτερο πρεσβευτή της Ελλάδος για τον τουρισμό της, την κουζίνα της, τα πολλά και ξεχωριστά προϊόντα «διατροφής» στα οποία εξέχουσα θέση έχει το ελληνικό κρασί. Αν αναλογιστεί κανείς την στρατιά των τροφίμων, των ποτών, του εξοπλισμού και των υπηρεσιών που μπορεί να απορροφήσει το Ελληνικό εστιατόριο, όχι βέβαια μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, αντιλαμβάνεται καλύτερα πως αποτελεί ένα πολύτιμο κεφάλαιο το οποίο βλέπει κανείς, συνήθως αδρανοποιημένο, σε όποια Ήπειρο του πλανήτη μας και να βρεθεί, όποιο μακρινό κι΄ απρόσιτο τόπο και να επισκεφθεί. 

 

Με την εμπειρία συνεχών ταξιδιών σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο επί δεκαετίες αλλά και με την γνώση που προσφέρει η τρέχουσα επαγγελματική ενασχόληση με το Ελληνικό εστιατόριο τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, θα ήθελα να σημειώσω τα εξής:

 

Τα ανά τον κόσμο Ελληνικά εστιατόρια –εκτός της Ελλάδος φυσικά- υπολογίζονται σε 30.000 περίπου, σπαρμένα σε 52 τουλάχιστον διαφορετικές χώρες και σε περισσότερες από 1.100 πόλεις του κόσμου. Με άλλα λόγια έχουμε μια δεύτερη Ελλάδα που υπάρχει εκτός Ελλάδος, όπως ακριβώς ο αριθμός των  Ελλήνων που ζουν έξω από την Ελλάδα είναι περίπου τόσοι, όσοι ζουν μέσα στην Ελλάδα.

 

Οι σημαντικότεροι πυρήνες των εστιατορίων αυτών βρίσκονται στην Γερμανία με 8.000 περίπου Ελληνικά εστιατόρια, στην Αυστρία , στην Ολλανδία, στο Βέλγιο με 500 περίπου, μικρά ή μεγάλα, σε κάθε χώρα, στην Γαλλία, στην Ελβετία, στις Σκανδιναβικές  χώρες, στην Μεγάλη Βρετανία όπου το Ελληνο-κυπριακό στοιχείο στην γαστρονομία είναι ιδιαίτερα αισθητό, ενώ συνολικά στην Ευρώπη βρίσκεται το 40% περίπου του συνόλου των εκτός Ελλάδος Ελληνικών εστιατορίων και το 65% περίπου των «ενεργών», δηλαδή των εστιατορίων με Ελληνική κουζίνα.   Οι αριθμοί αυτοί δυστυχώς δεν μπορούν να προκύψουν από συστηματικές και αναμφισβήτητες πηγές, ενώ μετά από τόσα πολλά χρόνια περιπλάνησης στο Ελληνικό εστιατόριο, σε δεκάδες χώρες του κόσμου, μόνο εκτιμήσεις και γενικές προσεγγίσεις μπορώ να κάνω. Πιστεύω όμως πως αυτές οι εκτιμήσεις δεν απέχουν σημαντικά από την πραγματικότητα.

 

Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής υπάρχουν πολλές χιλιάδες Ελληνικής ιδιοκτησίας Εστιατόρια που δεν έχουν όμως Ελληνική κουζίνα και πρέπει να αποτελούν ένα συνεχή και σταθερό στόχο της χώρας μας και των προϊόντων της. Στις τεράστιες χώρες του Καναδά και της Αυστραλίας υπάρχει πλήθος Ελληνικών εστιατορίων και ακόμα μεγαλύτερο πλήθος εστιατορίων Ελληνικής ιδιοκτησίας τα οποία, επίσης, δεν έχουν Ελληνική κουζίνα και τα οποία, επίσης, πρέπει να αποτελούν ένα συνεχή και σταθερό στόχο. 

 

Σήμερα μπορούμε να υπολογίσουμε πως στα 30.000 Ελληνικά εστιατόρια που βρίσκονται στο εξωτερικό, απασχολούνται πάνω από 300.000 άτομα και εξυπηρετούνται τουλάχιστον 3.000.000 ξένοι  πελάτες οι οποίοι σε καθημερινή βάση έρχονται σε μια έμμεση επαφή με την Ελλάδα και με τα Ελληνικά προϊόντα – σε όσα εστιατόρια βέβαια προσφέρεται Ελληνική κουζίνα και Ελληνικά προϊόντα.

 

Με βάση τις σκέψεις αυτές θα έπρεπε να θέσουμε τους εξής στόχους:

 

·         Την διατήρηση τουλάχιστον της Ελληνικότητας και του αριθμού των Ελληνικών εστιατορίων στον Ευρωπαϊκό χώρο.

·         Την αξιοποίηση της τάσης που αφορά την Μεσογειακή διατροφή για την «επαναφορά» εστιατορίων Ελληνικής ιδιοκτησίας  στην Ελληνική κουζίνα τόσο στην Αμερική και στον Καναδά,  όσο και στην Αυστραλία.

·         Την σωστή αξιοποίηση του υφιστάμενου σήμερα υπέρ – πολύτιμου δικτύου, ιδιαίτερα από τους παραγωγούς Ελληνικών κρασιών. 

 

Οι δύο πρώτοι στόχοι πρέπει να βρίσκονται μέσα σε ένα Εθνικό σχεδιασμό που μας επηρεάζει, αλλά δεν μπορούμε εύκολα να τους επηρεάσουμε. Ας σταθούμε όμως στον τρίτο στόχο που είναι εξαιρετικά πολύτιμος, υπάρχει και είναι στο χέρι μας να τον πετύχουμε.

 

Πρώτη διαπίστωση είναι η αντικειμενική σπουδαιότητα του εστιατορίου σαν χώρου προώθησης. Είναι ένας χώρος που τον επισκέπτονται καθημερινά πελάτες – τελικοί καταναλωτές οι οποίοι μπορούν να δοκιμάσουν νέες γεύσεις και νέα προϊόντα. Ταυτόχρονα και από πλευράς marketing παρουσιάζει ένα σημαντικό πλεονέκτημα: Την δυνατότητα «κατηγοριοποίησης» του ανάλογα με την ηλικία, την κοινωνική θέση, την μόρφωση και τις απαιτήσεις των πελατών του, με στόχο την εξειδικευμένη προώθηση συγκεκριμένων προϊόντων με τον πλέον  οικονομικό και αποτελεσματικό τρόπο.

 

Δεύτερη διαπίστωση είναι ο μεγάλος αριθμός των Ελληνικών εστιατορίων διεθνώς, ο οποίος  μπορεί να εξασφαλίσει ειδικά στους Έλληνες οινοπαραγωγούς μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης, οι οποίες όμως απαιτούν μακροπρόθεσμο προγραμματισμό, δράση, επιμονή, επαγγελματισμό, σοβαρότητα και συνέπεια.  Σε καμιά άλλη χώρα, με εξαίρεση ίσως την Ιταλία, δεν προσφέρονται αυτές οι εκπληκτικές δυνατότητες εξωστρέφειας οι οποίες όμως δεν θα υπάρχουν για πάντα και δεν θα είναι διαθέσιμες διαχρονικά.

 

Τρίτη διαπίστωση είναι το γεγονός ότι, ο καλύτερος δρόμος για το ράφι ξεκινάει από το εστιατόριο, μέσα από το οποίο ειδικά το επώνυμο κρασί μπορεί να δοκιμασθεί, να επιλεγεί και στη συνέχεια να αγορασθεί σε μεγαλύτερες ποσότητες από το Σ.Μ.

 

Με βάση τις παραπάνω τρεις διαπιστώσεις και τον απώτερο στόχο μας, θα έπρεπε εν πρώτοις να επιδιωχθεί η δημιουργία ενός διεθνούς «ελληνικού» δικτύου στον τομέα του κρασιού, που θα μπορούσε να διευρυνθεί και με άλλα τρόφιμα και ποτά.

 

Στην ιδανική του μορφή το δίκτυο οφείλει να αποτελείται από τους Έλληνες παραγωγούς – εμφιαλωτές, από τις εισαγωγικές εταιρίες κυρίως Ελληνικής ιδιοκτησίας, από τα Ελληνικά Σ.Μ. και από τα Ελληνικά εστιατόρια. Δυστυχώς και σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες, Σούπερ Μάρκετς  Ελληνικής ιδιοκτησίας δεν δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να συμπληρωθεί ιδανικά το δίκτυο. Υπάρχει βέβαια η δυνατότητα συνεργασίας με ξένα Σ. Μ. και ιδιαίτερα με όσα διαθέτουν ήδη υποκαταστήματα στην Ελλάδα.  

 

Χρειάζεται όμως προσοχή: «Η κακή λειτουργία ενός δικτύου είναι τόσο πιο επικίνδυνη, όσο καλύτερες είναι οι υπόλοιπες προϋποθέσεις». Με άλλα λόγια η έλλειψη στενής συνεργασίας και συνεννόησης παραγωγών – εισαγωγέων, η έλλειψη ζωηρού και συνεχούς ενδιαφέροντος των εισαγωγέων απέναντι στους πελάτες – εστιατόρια και η απουσία ενεργειών marketing, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην αντίθετη πλευρά, δηλαδή την από – δικτύωση. Μια γνωστή συνέπεια της από-δικτύωσης στον τομέα οίνου, είναι η ραγδαία άνοδος της κατανάλωσης ανώνυμου, χύμα κρασιού σε ποτήρι, σε βάρος του επώνυμου κρασιού σε φιάλη.

 

Μία «από-δικτύωση» αυτής της μορφής που περιέγραψα έχει δυστυχώς σαν φυσική συνέπεια, μεταξύ άλλων, την σημαντική απώλεια πωλήσεων με το αναγκαίο για τον παραγωγό οικονομικό αποτέλεσμα, την πλήρη αδυναμία των υψηλής ποιότητας Ελληνικών κρασιών να κατακτήσουν έστω και ελάχιστες σοβαρές θέσεις στα ξένα ράφια και την οικονομική κρίση στο Ελληνικό εστιατόριο. Μια κρίση που αργά ή γρήγορα επεκτείνεται «αναγκαστικά» τόσο στην εισαγωγική εταιρία όσο και στον παραγωγό – δηλαδή σε ολόκληρο το από – δικτυομένο πλέον δίκτυο που, από πολύτιμο όπλο,  μετατρέπεται σε προβληματικό εμπόδιο.       

 

Για να αξιοποιηθεί αποτελεσματικά ένα σωστό δίκτυο στον τομέα του οίνου υπάρχουν κάποια στοιχειώδη βήματα που είναι απαραίτητο να γίνονται συνεχώς, είτε ομαδικά είτε μεμονωμένα. Τα στοιχειώδη αυτά βήματα είναι:

 

-          Η διαφήμιση μέσα στο εστιατόριο με πολλούς και διάφορους τρόπους: Η διαφήμιση μέσα στο εστιατόριο, όταν σχεδιάζεται και εφαρμόζεται σωστά, αποτελεί ένα οικονομικό, αποτελεσματικό τρόπο που βοηθάει το Ελληνικό εστιατόριο  ενώ ταυτόχρονα «χτίζει» και μελλοντικές προοπτικές για τον παραγωγό. 

-          Οι ενέργειες εκπαίδευσης και –κυρίως- ενημέρωσης των Ελλήνων εστιατόρων: Οι ενέργειες αυτές αφ΄ ενός μεν βοηθούν σημαντικά τόσο την αναβάθμιση του επιπέδου του Ελληνικού εστιατορίου στο εξωτερικό, με όλες τις θετικές επιπτώσεις, αφ΄  ετέρου δε προσφέρει στους παραγωγούς που το κάνουν, εξαιρετικά και πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα τόσο  σε επίπεδο εστιατορίου όσο και , έμμεσα, σε επίπεδο τελικού καταναλωτού.

-          Τα Εθνικά προγράμματα προώθησης περιοχών ελληνικών κρασιών: Είναι γνωστό σε όλους πως οι Γάλλοι - και όχι μόνο, οργανώνουν την προβολή και την προώθηση των περιοχών παραγωγής των κρασιών τους ξεχωριστά, σε ξένα εστιατόρια, εκτός Γαλλίας με ολοκληρωμένα προγράμματα. Στα πρότυπα αυτά το Ελληνικό κρασί, δεν χρειάζεται καν να ψάξει για ξένα εστιατόρια στα οποία θα κάνει  μια προωθητική ενέργεια. Ήδη διαθέτει ένα  δίκτυο Ελληνικών εστιατορίων σε 52 χώρες του κόσμου, που αποτελούν πολύτιμα σημεία προβολής όχι μόνο των ελληνικών κρασιών αλλά της ίδιας της Ελλάδος και πολλών άλλων προϊόντων της! Εκείνο που χρειάζεται είναι να σχεδιαστεί από ένα κεντρικό φορέα, που θα μπορούσε να είναι η Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Αμπέλου και Οίνου,  ένα πρόγραμμα πενταετίας που θα προωθεί διαδοχικά τις σημαντικότερες περιοχές παραγωγής ελληνικού κρασιού: Την Νεμέα με το σύνολο των παραγωγών και εμφιαλωτών Νεμέας, την Νάουσα, τα Νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, την Χαλκιδική και ούτω καθ΄ εξής.  Αυτό μπορεί να σχεδιαστεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συμπεριλάβει και τον Τουρισμό σε ένα εξαιρετικά ισχυρό και αποδοτικό συνδυασμό. Η αξιοποίηση του υφιστάμενου δικτύου διανομής στην περίπτωση ενός τέτοιου προγράμματος είναι η καλύτερη δυνατή και η πλέον αποτελεσματική τόσο για το ελληνικό κρασί όσο και για την χώρα μας. Είναι, με τα σημερινά δεδομένα,  τόσο εύκολο, τόσο οικονομικό και τόσο αποτελεσματικό ένα τέτοιο πρόγραμμα, σε σύγκριση με οποιοδήποτε άλλο, ώστε είναι κρίμα που δεν έχει εφαρμοστεί ακόμα!  

 

Τελειώνοντας θα ήθελα να σημειώσω πως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, η είσοδος των ξένων αλυσίδων στην Ελλάδα φέρνει μαζί τους και τα ξένα προϊόντα  που συρρικνώνουν συνεχώς την αγορά μέσα στην ίδια μας την χώρα. Το γεγονός αυτό αφήνει την διέξοδο της εξωστρέφειας σαν μονόδρομο για κάθε παραγωγό που στοχεύει στην ανάπτυξη. Και η εξωστρέφεια προϋποθέτει ένα ισχυρό δίκτυο που ευτυχώς υπάρχει αλλά πρέπει να κοπιάσουμε, ομαδικά και ατομικά, για να καταστεί αποδοτικό για τα προϊόντα και για την χώρα μας...

 

 

                                                         

 

 

Υ.Γ. : Η επίσημη ιστοσελίδα του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.greekwinefederation.gr/ . Αξίζει τον κόπο να την επισκεφθείτε και να ενημερωθείτε για τις φετινές εκδηλώσεις του Συνδέσμου, τα μέλη του και άλλες χρήσιμες πληροφορίες που αφορούν το Ελληνικό κρασί.

 

 

 

 

 



Βρήκατε το άρθρο ενδιαφέρον;

 Επιστροφή
 

 
© Copyright 2005-2012 K&B Analysis ΕΠΕ. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση / αναπαραγωγή περιεχομένων του παρόντος website με οποιοδήποτε τρόπο χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια των εκδοτών.