Οι ιδιαιτερότητες του ΔΝΤ
“Σήμερα παραιτούμαι από το προσωπικό του ΔΝΤ, ύστερα από δώδεκα χρόνια στο εξωτερικό, ως αξιωματούχος του «Ταμείου» - κατά τη διάρκεια των οποίων, με όπλα τα φάρμακα σας και τα τεχνάσματα σας, εφορμούσα σαν αρπακτικό γεράκι εναντίον των κυβερνήσεων και των λοιπών λαών της Λατινικής Αμερικής.
Για μένα, η παραίτηση μου είναι μία ανεκτίμητη απελευθέρωση – επειδή με αυτόν τον τρόπο κάνω το πρώτο μεγάλο βήμα που θα μου επιτρέψει να ελπίζω ότι, θα μπορέσω να ξεπλύνω τα χέρια μου από αυτό που στα μάτια μου είναι το αίμα εκατομμυρίων φτωχών και πεινασμένων ανθρώπων….Ξέρετε, το αίμα είναι τόσο πολύ που κυλάει σε ποτάμια ενώ, όταν στεγνώνει, σχηματίζει επάνω μου κρούστα. Μερικές φορές αισθάνομαι ότι δεν υπάρχει αρκετό σαπούνι σε ολόκληρο τον κόσμο, για να καθαριστώ από όλα όσα έκανα στο όνομα σας” (Badu).
Τα παραπάνω λόγια προέρχονται από έναν πρώην οικονομολόγο του ΔΝΤ ο οποίος, μεταξύ άλλων, ισχυρίσθηκε ότι το «Ταμείο» χρησιμοποιούσε τις στατιστικές ως «φονικά όπλα», για τη αποσταθεροποίηση πολλών χωρών - προφανώς σε «συνεργασία» με τα υπόλοιπα «μαχητικά» της υπερδύναμης, όπως τη Fed, τις εταιρείες αξιολόγησης, τις επενδυτικές τράπεζες, τα hedge funds, τους οικονομολόγους, τα ΜΜΕ κλπ. (προφανώς με τη βοήθεια της ανελλιπούς, στοχευμένης «τροφοδότησης» της κοινής γνώμης, η συμμετοχή της οποίας «απαιτείται» - με σκάνδαλα πολιτικών, με σκοτεινές διαπλοκές υπαλλήλων, με διαφθορά συνδικαλιστών, με «ατασθαλίες» στρατιωτικών ή αστυνομικών, με φοροδιαφυγή πολιτών κοκ).
Επίσης, ο οικονομολόγος επιβεβαίωσε ότι το «Ταμείο» είχε «παραποιήσει» τόσο το χρέος, όσο και τα ελλείμματα, ενώ είχε «διογκώσει» τα στοιχεία για το εργατικό κόστος μίας συγκεκριμένης χώρας, έτσι ώστε η παραγωγικότητα της να φαίνεται πολύ χαμηλή – με στόχο τη χρεοκοπία και τη λεηλασία της, από τις αχόρταγες πολυεθνικές-εντολείς του.
Όλα αυτά μάλλον με την ανοχή, εάν όχι με τη συμμετοχή της πολιτικής ηγεσίας της χώρας του, αφού είναι γνωστό ότι στις σημερινές, επεκτατικές και «αποκρατικοποιημένες» Η.Π.Α., μεταξύ Πολιτικής και Πολυεθνικών υπάρχει μόνο μία «περιστρεφόμενη» πόρτα - η οποία επιτρέπει τα πάντα σε όσους διέρχονται καθημερινά από αυτήν, παραμένοντας ουσιαστικά υπεράνω των νόμων και των θεσμών.
Εθνική κυριαρχία
Πόσο αλήθεια αποτιμάμε συλλογικά την αξιοπρέπεια και την υπερηφάνεια μας; Ποια είναι η τιμή που θα είμαστε πρόθυμοι να πουλήσουμε την ελευθερία και την εθνική μας κυριαρχία; Όλα έχουν προφανώς την τιμή τους, όπως και η ίδια η τιμή - ειδικά σε μία χώρα που επιτρέπει ανερυθρίαστα το σχεδόν καθημερινό εξευτελισμό της από άλλους λαούς, για να αποφύγει (δήθεν) τα χειρότερα.
Εάν απλά μας ζητηθεί, ως αντάλλαγμα για τα δάνεια και τις μνημονιακές δόσεις, να υπηρετούμε πιστά τους πάσης φύσεως κατακτητές στη χώρα μας, χωρίς να ενδιαφερόμαστε για όλα όσα συμβαίνουν στους διπλανούς μας (ανεργία, αυτοκτονίες, εξαθλίωση, αφελληνισμός κοκ.) και παραμένοντας απαθείς, θα είχαμε καμία αντίρρηση;
Κρίνοντας «εκ των πραγμάτων» όχι, αφού ψηφίστηκαν, για την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας, (σε κάποιο βαθμό υπό το καθεστώς του φόβου της εκδίωξης της Ελλάδας από το ευρώ) εκείνα τα κόμματα, τα οποία εγγυόταν την πιστή εφαρμογή του μνημονίου της ντροπής και της εξαθλίωσης.
Επομένως, δεν μπορεί να έχουμε παράπονα - τουλάχιστον όχι όσοι έδωσαν την ψήφο τους στα συγκεκριμένα κόμματα. Ας πάψουμε λοιπόν να παριστάνουμε τους προσβεβλημένους, τους υπερήφανους, τους κοινωνικά ευαίσθητους ή τους πατριώτες για τα μάτια του κόσμου και ας αποδεχθούμε τις απίστευτα φοβικές και δειλές επιλογές μας - αφού δυστυχώς αυτές μας αξίζουν.
Η Ευρώπη και η Ελλάδα
Η προοπτική μιας καταστροφής, όσο προφανής και αν είναι, δεν αποτελεί εγγύηση ότι τα έθνη θα κάνουν ότι χρειάζεται για να αποφύγουν αυτή την καταστροφή. Πολύ περισσότερο μάλιστα εάν ο δογματισμός, η προκατάληψη και η ψηφοθηρία στερούν από τους ηγέτες την ικανότητα να δουν το προφανές.
Δεν υπήρξε όμως κάποια πρόοδος στην τελευταία σύνοδο κορυφής; Πράγματι, υπήρξε. Η Γερμανία υποχώρησε ελαφρά, συμφωνώντας
(α) σε χαλαρότερους όρους δανεισμού για την Ιταλία και την Ισπανία, ενδεχομένως και σε κάποιες απευθείας αγορές ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς επίσης σε
(β) ένα σχέδιο διάσωσης για τις ιδιωτικές τράπεζες, που ίσως να έχει κάποια λογική - αν και ακόμη δεν μπορεί κανείς να το πει με σιγουριά, λόγω της ασάφειας γύρω από τον μηχανισμό ESM (ο οποίος δεν «προικίσθηκε» με τραπεζική άδεια, δεν αυξήθηκαν τα κεφάλαια του ως όφειλαν και θα αργήσει πολύ να λειτουργήσει αποτελεσματικά).
Όμως, αυτές οι παραχωρήσεις είναι μάλλον αμελητέες, σε σχέση με την κλίμακα των προβλημάτων. Εάν δεν υπάρξει πρόθεση ενεργοποίησης της ΕΚΤ ως ύστατου δανειστή, εάν δεν γίνει αποδεκτός ένας ελεγχόμενος πληθωρισμός της τάξης του 4-6%, έτσι ώστε να μειωθούν πληθωριστικά τα δημόσια και ιδιωτικά χρέη (financial repression), καθώς επίσης εάν δεν υιοθετηθούν άμεσα τα ευρωομόλογα, σηματοδοτώντας την πρόθεση δημοσιονομικής και πολιτικής ενοποίησης της Ευρωζώνης, η κρίση θα επιστρέψει κατά πολύ δριμύτερη.
Όσο αφορά την Ελλάδα, ο κίνδυνος αποβολής της από το κοινό νόμισμα, είναι πλέον μεγαλύτερος από ποτέ – ειδικά επειδή η Γερμανία δεν έπαψε ούτε μία στιγμή να τη θεωρεί ως το ιδανικό υποψήφιο θύμα, για τον παραδειγματισμό των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης (γνωρίζοντας επί πλέον το ρόλο της, ως κερκόπορτα και Δούρειου Ίππου για την εισβολή του ΔΝΤ στην Ευρωζώνη).
Είναι δυνατόν να καταφέρει αλήθεια να αποφύγει τελικά το μοιραίο; Ίσως, εάν μπορέσει να λειτουργήσει για πρώτη φορά στην Ιστορία της συλλογικά, σε όλα τα επίπεδα (πολιτική, κοινωνία, επιχειρήσεις κλπ.), χωρίς να περιμένει βοήθεια από κανέναν.
Από την άλλη πλευρά βέβαια, η Ελλάδα θα έπρεπε να διαπραγματευθεί σωστά με την Ευρώπη, καθώς επίσης με τους συνδίκους της «εν λειτουργία πτώχευσης» - με την Τρόικα δηλαδή. Όμως, τι θα μπορούσε να διαπραγματευθεί κανείς στη σύνοδο κορυφής, όταν ο πρωθυπουργός τόνιζε στην επιστολή του ότι «η νέα κυβέρνηση της Ελλάδας αποδέχεται την ιδιοκτησία του προγράμματος σταθεροποίησης και είναι πλήρως δεσμευμένη στους στόχους, στους αντικειμενικούς σκοπούς και σε όλες τις βασικές πολιτικές του προγράμματος»;
Κυβέρνηση, «πλήρως δεσμευμένη» σε όλες τις βασικές πολιτικές, είναι προφανές ότι ούτε θέλει, ούτε μπορεί να διεκδικήσει οποιαδήποτε βελτίωση των όρων του Μνημονίου.
Ο κίνδυνος χρεοκοπίας της Ελλάδας λοιπόν, δυστυχώς μετά τη λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας της (αποκρατικοποιήσεις κοινωφελών, κερδοφόρων μονοπωλιακών επιχειρήσεων κλπ.), καθώς επίσης μετά την εξαθλίωση των πολιτών της, είναι μεγαλύτερος από ποτέ – ειδικά εάν συνεχίσει να επιμένει στην ιδιοκτησία του προγράμματος σταθεροποίησης (!) και στην πιστή εφαρμογή των εντολών των εισβολέων.
Επενδύσεις
Όσον αφορά τις επενδύσεις, μέχρι πρόσφατα (δηλώσεις μετά τα αποτελέσματα των εκλογών και επιστολή Πρωθυπουργού στην πρόσφατη σύνοδο Κορυφής), ως επιτυχία για την Κυβέρνηση φαίνεται πως ορίζεται η απόλυτη προσήλωση στην επίτευξη των στόχων και των δεσμεύσεων του Προγράμματος (Μνημονίου) - με κάποιες τροποποιήσεις, που ακόμη μένει να τις δούμε ποιες θα είναι, κατά πόσο και πότε μπορούν να υλοποιηθούν, λαμβανομένου υπόψη ότι απαιτείται και η σύμφωνη γνώμη της Τρόικα.
Ποιος θα έρθει όμως να βάλει τα χρήματά του σε μια χώρα που αυτοκαταστρέφεται; Ποιος θα κάνει συνέταιρό του το κράτος με μια φορολογία κεφαλαίου, άμεση και έμμεση, στο 60 % - πόσο μάλλον εντός μιας χώρας που βαίνει ολοταχώς προς μία ανεξέλεγκτη κοινωνική έκρηξη; Για να επενδύσει κάποιος, χρειάζεται μακρόπνοη στρατηγική, κοινωνική ασφάλεια, σταθερό και ευνοϊκό φορολογικό και νομικό περιβάλλον.
Υπάρχει; Θα υπάρξει; Ή μήπως θα «βαφτίσουμε» επένδυση το ξεπούλημα των περιουσιακών στοιχείων της χώρας σε διάφορα hedge funds, τα οποία θα δώσουν κάποια λίγα χρήματα, θα πάρουν μονοπώλια και υποδομές πρώτης γραμμής και εν συνεχεία, αφού εφαρμόσουν ακραίες «πολιτικές εξυγίανσης» (έτσι θα το πουν), θα τις πουλήσουν πάλι σε ξένους, ή άλλους επενδυτές;
Από πού θα αντλεί έσοδα ένα κράτος, όταν οι υποδομές του θα ανήκουν σε ξένους, ενώ οι πολίτες του θα έχουν εξαθλιωθεί οικονομικά και, κυρίως, ψυχικά; Ποιος μπορεί να χαράξει οικονομική πολιτική με ένα κράτος διαλυμένο, με τις υπηρεσίες του να υπολειτουργούν, με τις υποδομές του ξεπουλημένες, με τους πολίτες του ανέργους (ή, στην καλύτερη περίπτωση, μετανάστες) και με μειωμένα κατά 30 % τα εισοδήματά τους;
Σε ποιο σχέδιο δράσης της Τρόικα τα γράφει αυτά; Ποιο μνημόνιο μπορεί να εγγυηθεί την επίτευξή τους; Σε τελική ανάλυση, ποιον εξυπηρετεί η σύγκρουση του πολίτη με τη χώρα του; Ποιοι θέλουν να μας κάνουν να μισήσουμε το κράτος μας, την περιουσία του, τις υποδομές του, τους υπαλλήλους του, τις παροχές του;
Η πολιτική της υποτέλειας
Η πολιτική των υποκλίσεων (άρθρο μας) και της υποτέλειας δεν οδηγεί πουθενά, όπως τεκμηριώνεται από το συνεχιζόμενο εξευτελισμό της πατρίδας μας στο εξωτερικό, από την διαρκή απόρριψη των ισοδυνάμων μέτρων που προτείνει ανόητα και για τα μάτια του κόσμου η κυβέρνηση (ανόητα επειδή δεν πρέπει να προτείνεις κάτι, όταν γνωρίζεις εκ των προτέρων ότι δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτό), καθώς επίσης από την αδυναμία εξόδου της πατρίδας μας από τον καθοδικό σπειροειδή κύκλο, στον οποίο έχει καταδικαστεί τόσο από τη Γερμανία, όσο και από το ΔΝΤ.
Εν τούτοις, αν και «ενώπιοι ενωπίω», παραμένουμε απαθείς και αμέτοχοι - γεγονός που σημαίνει πως όλοι εμείς οι Έλληνες έχουμε συμβιβαστεί πια, αποδεχόμενοι αδιαμαρτύρητα την πορεία της χώρας μας προς την καταστροφή η οποία, κατά σειρά προτεραιότητας, είναι η εξής:
εξαντλητικές πολιτικές λιτότητας, άνοδος των ελλειμμάτων και των χρεών, λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας, κατάρρευση του κοινωνικού κράτους, εκμηδενισμός των εισοδημάτων, εξαθλίωση του πληθυσμού, χρεοκοπία και δραχμή.
Δυστυχώς όλοι εμείς δεν έχουμε καταλάβει ότι, η Ελλάδα είναι μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα, την οποία όμως οφείλουμε κάθε στιγμή να φροντίζουμε σωστά και να υπερασπίζουμε με όλες μας τις δυνάμεις – ενώ αυτό που «διακυβεύεται» σήμερα δεν είναι το μέλλον των παιδιών μας, αλλά τα ίδια μας τα παιδιά.
Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι θα το καταλάβουμε έγκαιρα, παύοντας να κρύβουμε το κεφάλι μας στην άμμο - ευχόμενοι ανόητα να λυθούν τα προβλήματα μας είτε από μόνα τους, είτε από την «σκιώδη» διακυβέρνηση των δανειστών μας που κινεί τα νήματα, από τα οποία «κρέμεται» σύσσωμη σχεδόν η πολιτική.
ΥΓ: Η ξαφνική άνοδος των δυτικών χρηματιστηρίων πάντως, εάν την δει κανείς από μία άλλη, μη συμβατική οπτική γωνία, ίσως να σημαίνει μαζική έξοδο από τις αγορές ευρωπαϊκών ομολόγων (κάπου πρέπει να τοποθετούνται τα χρήματα που «απελευθερώνονται») και όχι ανάκτηση της αξιοπιστίας της ΕΚΤ – ένα όχι και τόσο ευχάριστο γεγονός για το μέλλον του ευρώ, το οποίο μάλλον ευρίσκεται στα τελευταία του στάδια, εάν βέβαια θεωρήσει κανείς αδύνατη τη δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης.
Καλό καλοκαίρι σε όλους,
Βασίλης Βιλιάρδος
Αθήνα, 05. Αυγούστου 2012
viliardos@kbanalysis.com
Facebook Twitter YouTube
Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος και συγγραφέας. Έχουν εκδοθεί τρία βιβλία της σειράς «Η κρίση των κρίσεων», τα έσοδα των οποίων ενισχύουν την ιστοσελίδα www.casss.gr. Παραγγελίες στο e-mail: kb@kbanalysis.com ή τηλεφωνικά στο 210 – 66 27 711 (φαξ 210 - 66 20 397). Τελευταία τηλεοπτική εκπομπή εδώ.