ECONOMICS - INDUSTRY & TRADE - EXPORT MARKETS   [Αρχική Σελίδα]










Case Study : Η απώλεια του ελέγχου των επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια προβληματικών περιόδων

Στο σημερινό άρθρο μας,  θα αναφερθούμε σε μία από τις πλέον επώδυνες καταστάσεις που σχεδόν πάντοτε «συνοδεύουν» τις επιχειρήσεις, όταν τυχόν αυτές παρασυρθούν από τη (συνήθη δυστυχώς) δίνη των συνεχώς μειούμενων αποτελεσμάτων : την απώλεια του ελέγχου εκ μέρους της διοίκησης, σαν άμεσο  προστάδιο της τελικής καταστροφής.

 

Εν πρώτοις, βασικό κοινό στοιχείο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι η έλλειψη προετοιμασίας για την αντιμετώπιση αντίξοων συνθηκών (crisis management), γεγονός σχετικά φυσιολογικό τότε μόνο, όταν  τυχόν η αισιοδοξία αποτελούσε από ανέκαθεν την κινητήρια δύναμη τους. Η μη ύπαρξη τέτοιων σχεδίων μοιάζει με την κατασκευή κτιρίων χωρίς εξόδους κινδύνου, κάτι που πλέον απαγορεύεται από το νόμο, αν και στατιστικά ο κίνδυνος αυτός είναι λιγότερο «συχνός» από τον αντίστοιχο των επιχειρήσεων.

 

Επόμενο είναι η  προσπάθεια εκμετάλλευσης ευκαιριών, η οποία όμως δεν προέρχεται αυτού καθ’ εαυτού από την «τυχαία» εμφάνιση τους, αλλά από την μη εκμετάλλευση παλαιοτέρων.  Ευκαιρίες δηλαδή που δεν αξιολογήσαμε σωστά στο παρελθόν και που στην εκ των υστέρων προσπάθεια μας να επανορθώσουμε, επιλέγουμε όχι μόνο τον πλέον ακατάλληλο τόπο και χρόνο, αλλά και την πλέον λανθασμένη δραστηριότητα ή γενικότερη κατεύθυνση.

 

Ένα τρίτο στοιχείο είναι η αποκαλούμενη διεθνώς «φυγή προς τα εμπρός», η οποία αφορά επιχειρήσεις που σε περιόδους μεγάλων προβληματισμών (τζίρου, κερδοφορίας, ρευστότητας κ.α.) «επιλέγουν» την αύξηση των «όγκων» πώλησης και των ρυθμών ανεξαρτήτως κόστους ή ακόμη και με ζημία, θεωρώντας ότι έτσι θα αντιμετωπίσουν άμεσα το πρόβλημα και στη συνέχεια θα έχουν το χρόνο να «επανέλθουν διορθωτικά».  

 

Για να μην αναλωθούμε σε περιττές θεωρητικές αναλύσεις, θα αναφερθούμε επιγραμματικά και χρονικά στα διάφορα στάδια της εξέλιξής του προβλήματος, μέχρι την απώλεια του ελέγχου και την ολική καταστροφή:

 

 

Α.  Στάδιο ανάπτυξης

 

  • Η εταιρεία βρίσκεται σε συνεχή διαχρονική ανάπτυξη (τζίρος, κέρδη, στελέχωση κ.α. βελτιώνονται διαρκώς), η οποία οφείλεται τόσο στο μικροοικονομικό, όσο και στο μακροοικονομικό περιβάλλον. Δυστυχώς, το δεύτερο σπάνια αξιολογείται σωστά από τη διοίκηση, η οποία θέλει να «δρέπει μόνη της τις δάφνες».
  • Οδηγημένη από την ευελιξία του μεγέθους της και την σωστά αμειβόμενη (όχι μόνο υλικά) ικανότητα-εντιμότητα-ενθουσιασμό των στελεχών της, η εταιρεία συνάπτει κερδοφόρες συμφωνίες συνεργασίας, τις οποίες σέβεται και αξιοποιεί στο μέγιστο.
  • Η εταιρεία επανεπενδύει σχεδόν το σύνολο των κερδών της σε άψυχο (πάγια) και σε έμψυχο (προσωπικό) «υλικό», δίνει ιδιαίτερη σημασία στο στρατηγικό marketing και προγραμματίζει μακροπρόθεσμα, δημιουργώντας έτσι τις πλέον ιδανικές συνθήκες αμφίδρομης δημιουργικής επικοινωνίας με το προσωπικό και τις αγορές της. 
  • Με βασικό κανόνα το ότι, η συνταγή της επιτυχίας είναι η ίδια η επιτυχία, η εταιρεία αναπτύσσεται διαχρονικά, προσελκύει ικανά στελέχη, βρίσκει κερδοφόρους πελάτες  και αυξάνει διαρκώς αλλά ελεγχόμενα τα μεγέθη της.  

 

Β.  Στάδιο αρνητικού κορεσμού και σταθεροποίησης

 

  • Η εταιρεία δεν επανεπενδύει τα κέρδη της ή έστω ουσιαστικό μέρος αυτών και επιβραδύνει ουσιαστικά την ανάπτυξη της, προσπαθώντας (βραχυπρόθεσμα σκεφτόμενη) να συσωρεύσει κέρδη για ιδία χρήση της ιδιοκτησίας (καταθέσεις σε τράπεζες, ιδιωτικές επενδύσεις κ.α.). 
  • Παρουσιάζονται συμφέρουσες ευκαιρίες ταχύτερης (προσθετικής) ανάπτυξης μέσω εξαγορών άλλων μονάδων (αφού πλέον απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της αγοράς), οι οποίες όμως δεν εκμεταλλεύονται. 
  • Η εταιρεία (ο επιχειρηματίας) νομίζει ότι μπορεί να τα κάνει όλα μόνη της, ότι πάντοτε θα είναι έτσι, ότι κανείς πλέον δεν μπορεί να την εμποδίσει και κατά συνέπεια δεν εξαρτάται από τίποτα και από κανέναν (στελέχη, προσωπικό, πελάτες, λοιπή αγορά).

 

Γ.  Στάδιο καθόδου και αποσταθεροποίησης

 

  • Η επιχείρηση, όταν εισέρχεται σε καθοδική τροχιά, χάνει την αρχική επαγγελματική εντιμότητα της και προσπαθεί να κερδίσει ακόμη περισσότερα από αυτά που δικαιούται, αυξάνοντας μονομερώς και δυσανάλογα τις τιμές πώλησης, μειώνοντας δραστικά τις δαπάνες marketing (τμήμα πωλήσεων, διαφήμιση κ.α.), χαμηλώνοντας την ποιότητα των προϊόντων της, τροποποιώντας «εγωιστικά» (προς όφελος της και μόνο δηλαδή) τις ήδη υφιστάμενες συνεργασίες με πελάτες και προμηθευτές, αδιαφορώντας για τη δίκαιη ανταμοιβή του προσωπικού της κ.α. .
  • Επίσης προσπαθεί να κερδίσει περισσότερα, αναπτυσσόμενη σε άλλους (ίδιους ή παράπλευρους) τομείς, επενδύοντας μάλλον δυσανάλογα (κερδοσκοπικά ή «συμπλεγματικά»), τομείς όμως που δεν αποτελούν ευκαιρίες (δεν προσφέρονται από την αγορά, δεν έχουν κερδοφόρες προοπτικές), αλλά «βιώνονται» από την ίδια περισσότερο σαν αναπλήρωση (επανόρθωση των λαθών) των παλαιοτέρων χαμένων.
  • Περαιτέρω, αρχίζει να λειτουργεί «πειρατικά», αφαιρώντας πλέον «υλικά ή άϋλα» στοιχεία των συνεργατών ή πελατών της με αθέμιτους μεθόδους, ενέργειες όμως οι οποίες «συλλαμβάνονται» από το προσωπικό της και «αξιολογούνται» αντίστοιχα (αρχίζει δηλαδή να μην την εμπιστεύεται, διακρίνοντας μία ουσιώδη αλλαγή στη συμπεριφορά της, γεγονός που επιδρά ανασταλτικά στην παραγωγικότητα του).
  • Τη δεδομένη αυτή στιγμή τα νέα στελέχη που προσελκύονται έχουν στόχο μόνο την «υλική» ικανοποίηση τους, αφού δεν έχουν συνήθως αντίρρηση να «χρησιμοποιηθούν» από την επιχείρηση (χρησιμοποιώντας την ταυτόχρονα) για την εφαρμογή των αθέμιτων πια μεθόδων «πλουτισμού» της.
  • Οι ενέργειες της επιχείρησης εξελίσσονται φυσικά εναντίον της (μπούμερανγκ), με αποτέλεσμα να υφίσταται τις πρώτες αρνητικές επιπτώσεις τους (κατ’ αρχήν από το τυχόν ανέντιμο προσωπικό της, το οποίο εφαρμόζει τα αρνητικά και αθέμιτα που βλέπει και παρατηρεί, εις βάρος της).
  • Η πάντοτε πληροφορημένη και δίκαιη αγορά αρχίζει να «αντιδράει αρνητικά», με αποτέλεσμα η επιχείρηση να εισέρχεται στη δίνη των «πάσης φύσεως» απωλειών, οι οποίες «αξιωματικά» εξελίσσονται με γεωμετρική πρόοδο (ιδιαίτερα όταν «διασπάται αρνητικά» το break even point).
  • Οι απώλειες πλέον δεν προέρχονται μόνο από τις υπόλοιπες δραστηριότητες και συμμετοχές της, αλλά και από τη βασική της ενασχόληση (core business), αφού τα προβλήματα «σωρεύονται» και δεν προλαβαίνει να ασχοληθεί ως οφείλει με όλα (δεν διαθέτει ανάλογα προετοιμασμένο από πολύ πριν σχέδιο αντιμετώπισης εκτάκτων αρνητικών καταστάσεων).
  • Η εταιρεία παύει να σέβεται τις βασικές αρχές της, αρχίζει να πουλάει όσο - όσο τις υπηρεσίες της, αναλώνει τους πόρους της, «εξανεμίζει» τις οικονομίες της (ιδιωτικές και εταιρικές), «ωραιοποιεί» τους Ισολογισμούς της, δεν έχει το χρόνο να σκεφθεί, τρομοκρατείται, εμπλέκεται σε εταιρικές, νομικές ή άλλες «συγκρούσεις», αποδέχεται μη αξιοκρατικά κριτήρια στη στελέχωση της και γενικότερα χάνει ολοκληρωτικά την πρωτοβουλία των κινήσεων στο εσωτερικό της και στην ευρύτερη αγορά.
  • Εμφανίζονται αυξανόμενα προβλήματα ρευστότητας και μείωση της πιστοληπτικής ικανότητας της (για παράδειγμα, σαν αποτέλεσμα προβληματισμών στην πιστωτική και τιμολογιακή πολιτική, οι οποίοι οφείλονται στην εν πρώτοις απώλεια των κερδοφόρων πελατών, στην αδιαφορία του προσωπικού, στην αρνητική παραγωγικότητα, στην πλήρη αδυναμία προσέλκυσης νέων ικανών στελεχών κ.α.).
  • Οι πελάτες αργοπορούν και σταδιακά παύουν να πληρώνουν, «οσμιζόμενοι» την ευκαιρία να αποφύγουν την εξόφληση των υποχρεώσεων τους, ενώ ταυτόχρονα κατευθύνουν αλλού τις αγορές τους.
  • Το «ανέντιμο» προσωπικό έχοντας πλήρη γνώση των επερχομένων κινδύνων, απομακρύνεται αμέσως και με δική του πρωτοβουλία, αφήνοντας καταστροφικά «ίχνη» πίσω του. Φυσικά παίρνει μαζί του όλα όσα μπορεί, έχοντας από πολύ πριν προγραμματίσει μεθοδικά τις κινήσεις «απεγκλωβισμού» του.  
  • Το «έντιμο» προσωπικό απλά θορυβείται, ενώ το έντιμο συν ικανό προσωπικό αναζητεί «νέες λύσεις» δημιουργικής απασχόλησης του (εξόδου).
  • Το «λοιπό» προσωπικό χωρίζεται σε α) αυτούς που αδιαφορούν κοιτάζοντας τη δική τους δουλειά (εάν τυχόν έχουν και άλλες δραστηριότητες), β) σε αυτούς που προσπαθούν να λεηλατήσουν ακόμη περισσότερο την «παραπαίουσα» επιχείρηση για να αποσυρθούν πλουσιοπάροχα και γ) σε αυτούς που καταλαμβάνουν (ιδιοποιούνται) τον έλεγχο, εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία της διοίκησης να αντισταθεί στα συνεχή πλήγματα, την ντροπή της από τη διαφαινόμενη «κατακραυγή» του περιβάλλοντος, τον τρόμο της απέναντι στην επερχόμενη καταστροφή, τα πάσης φύσεως «συμπλέγματα» της  ή οτιδήποτε άλλο
  • Ο επιχειρηματίας (η συνήθης διοίκηση της μικρομεσαίας επιχείρησης)  χάνει εντελώς τον έλεγχο, οπότε δεν αναλαμβάνει την παραμικρή ευθύνη, καμία πρωτοβουλία, «μεμψιμοιρεί», παραπονιέται συνεχώς, «οδηγείται και οδηγεί» στη μιζέρια κάθε είδους, «υποτάσσεται» στη μοίρα, δεν θέλει να πάρει την ελάχιστη απόφαση και μάλλον «κρύβεται» από τα γεγονότα αντί να τα αντιμετωπίζει με θάρρος, «αποσυρόμενος» όλο και περισσότερο στον εαυτό του*.
  • Η εταιρεία καταστρέφεται ολοσχερώς ενώ, όσο περισσότερο χρόνο διαρκεί (καθυστερεί) η πτώση της, τόσο μεγαλύτερη η καταστροφή στην ίδια, αλλά και στο άμεσο ή έμμεσο περιβάλλον της.

 

Από όλα τα ανωτέρω συμπεραίνουμε ότι οι αιτίες της όποιας  «αποσταθεροποίησης» των επιχειρήσεων δεν είναι ποτέ «εξωγενείς», αλλά εσωτερικές.

 

Καμία εταιρεία δεν καταστρέφεται ποτέ από τρίτους ή από το περιβάλλον της (πάντοτε υπάρχουν οι εξαιρέσεις για την επιβεβαίωση του κανόνα), αλλά αποκλειστικά και μόνο από την ίδια.

 

Από τη διοίκηση δηλαδή και το ηγετικό προσωπικό της, σαν αποτέλεσμα των μεταξύ τους (δυσ-)συνδυασμών και (δυσ-) λειτουργιών, καθώς επίσης από τη συστηματική απόκρυψη των προβλημάτων από τον εαυτό της (δημιουργική λογιστική κ.α.), «λύση» που σε τέτοιες περιπτώσεις δυστυχώς «προκρίνεται» (με ουσιαστικό κριτήριο το φόβο), έναντι της αντιμετώπισης των προβλημάτων με θάρρος και  «κατά πρόσωπο», με μοναδικό στόχο την αντιστροφή της τάσης.

 

 

 

*  Η «απόσυρση» αυτή επιδεινώνεται σημαντικά στις ειδικές εκείνες περιπτώσεις, όπου ο επιχειρηματίας προσπαθεί να βρει εξιλαστήριο θύμα (ένα ή περισσότερα, οπότε ανά τομέα), με στόχο την «εναπόθεση» των ευθυνών της πτώσης και της καταστροφής, γεγονός που θεωρεί πλέον (όταν) δεδομένο και μη ανατρέψιμο.

 

Η προσπάθεια του αυτή τον αποπροσανατολίζει εντελώς από τα πραγματικά προβλήματα της επιχείρησης, αφού μοναδική του φροντίδα πια είναι η αποφυγή των προσωπικών του ευθυνών και η προβολή προς τα «έσω και έξω» του (αντικειμενικά «ανόητου») εξιλαστήριου θύματος που τυχόν πρόλαβε να «κατασκευάσει» (εδώ πρόκειται συνήθως για "μυωπικά", μέτρια άτομα με χαμηλό επίπεδο διανόησης, σε συνδυασμό με υψηλές φιλοδοξίες και εξαιρετικά περιορισμένες ικανότητες, τα οποία ως εκ τούτου είναι ιδανικά για τον «εξιλαστήριο» ρόλο). 

 

K&B Analysis Ltd



Βρήκατε το άρθρο ενδιαφέρον;

 Επιστροφή
 

 
© Copyright 2005-2012 K&B Analysis ΕΠΕ. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση / αναπαραγωγή περιεχομένων του παρόντος website με οποιοδήποτε τρόπο χωρίς προηγούμενη έγγραφη άδεια των εκδοτών.